Σελίδα
|
Η ΟΜΙΛΙΑ ΤΟΥ ΝΕΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ (30.4.2004)
ΜΕΣΟΓΑΙΑΣ ΚΑΙ ΛΑΥΡΕΩΤΙΚΗΣ ΣΕΒΑΣΜΙΩΤΑΤΟΥ
πατρός ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΧΑΤΖΗΝΙΚΟΛΑΟΥ - Σελ. 3η
Η εμπειρία της ιερωσύνης
Βέβαια υπάρχει «η Χάρις του Θεού που θεραπεύει
τα ασθενή και αναπληροί τα ελλείποντα». Εφόσον έτσι οικονόμησε
ο Θεός, κάτι θα γίνει και με την περίπτωσή μου. Εφόδιό μου
δεν είναι ασφαλώς η ικανότητα προς άσκηση της αρχιερωσύνης.
Εφόδιό μου είναι η ως τώρα εμπειρία της ιερωσύνης. Από αυτήν
αντλώ την ελπίδα μου. Την αγάπησα όσο τίποτε άλλο. Μου μίλησε
περισσότερο από οτιδήποτε στη γη. Αγκάλιασα το ιερό θυσιαστήριο
και καθημερινά καταφιλώ το πετραχήλι μου. Με θάμπωσε τόσο
πολύ και μου μίλησε τόσο βαθειά, που ποτέ δεν διέκρινα στο
στερέωμα των δικών μου οραμάτων και προσδοκιών κάτι άλλο ή
επιπλέον. Η ιερωσύνη είναι το όλον και το τέρμα μου. Ο Θεός
μέσα στην εμπειρία της με πλημμύρισε με σημεία. Μόνον κάτι
πολύ εντυπωσιακό και μοναδικό θα έπρεπε να μου αλλάξει την
πορεία. Είδα θαύματα. ΄Εζησα ευλογίες. Πίστεψα με όλα τα κύτταρα
της υπάρξεώς μου. Μπορώ να πω, Μακαριώτατε, εν μέσω του λαού
και ενώπιον του Θεού, πως νοιώθω τη χαρά Του «εν εμοί πεπληρωμένην».
Αν αυτή είναι η λειτουργική ταυτότητά μου, υπάρχει και η ποιμαντική.
Κατά το πρότυπο του προστάτου μου, αγίου Νικολάου, προσπάθησα
όλα αυτά τα χρόνια να αγκαλιάσω τον πόνο των αδελφών μου,
να συμπαθήσω στη δοκιμασία, να περιποιηθώ τις πληγές της αμαρτίας,
να αναδεχθώ τις αναζητήσεις, τις αμφιβολίες, την εσωτερική
σύγχυση που γεννά η λαθεμένη αίσθηση ενός Θεού που αγαπά να
απουσιάζει, να είναι αφηρημένος, να συγγενεύει περισσότερο
με τη φαντασία παρά με την πραγματικότητα. Πρέπει να Σας διαβεβαιώσω
ότι το πετραχήλι μου είναι κουρελιασμένο από τη χρήση. Αυτός
είναι ένας άλλος λόγος που δικαιολογούσε κάθε εσωτερική άρνηση
να εγκαταλείψω τις ψυχές που μου εμπιστεύθηκε ο Θεός προαγόμενος
σε επισκοπική διακονία. Η μόνη μου παρηγοριά τώρα είναι η
γεωγραφική εγγύτητα με τους ανθρώπους αυτούς, μαζί με τους
οποίους μοιραστήκαμε τα προβλήματα, τις χαρές, την αναζήτηση
και την ανάγκη του Θεού.
Ας μου επιτραπεί στο σημείο αυτό να κάνω μία μικρή αναφορά
στη λειτουργική ταυτότητά μου. Ως τώρα, ενώ είμαι ίσως ο μόνος
κληρικός του λεκανοπεδίου Αττικής που καθημερινά στις ακολουθίες
για 15 χρόνια μνημονεύω του σεπτού ονόματος του Οικουμενικού
μας Πατριάρχου, παράλληλα διακονούσα από υπεύθυνη θέση την
Εκκλησία της Ελλάδος, εκπροσωπώντας ταυτόχρονα και τον αγιορείτικο
μοναχισμό.
Η καρδιά μου, για να καταλήξει στο υπερουράνιο θυσιαστήριο,
περνούσε από το Θρόνο της Κωνσταντινουπόλεως. Αυτή η καθημερινή
συνεχής μνημόνευση του Πατριαρχικού ονόματος δεν ήταν για
μένα ένας τύπος, μια πράξη αβροφροσύνης, κάτι το υποχρεωτικό
και μηχανικό, αλλά μια σαφής αιτία που μου δημιούργησε έναν
ισχυρό και ακατάλυτο λειτουργικό σύνδεσμο μαζί του, τέτοιον
που δεν θα μπορούσε με κανέναν τρόπο να διασαλευθεί, ακόμη
και αν κάποτε βρισκόμουν σε μια Εκκλησία που δεν θα προϋπέθετε
τη μνημόνευσή του, ακόμη κι αν αισθανόμουν κάποια εσωτερική
διαφοροποίηση μαζί του,ακόμη κι αν με σκανδάλιζαν συγκεκριμένες
ενέργειες ή επιλογές του. Σε κάθε περίπτωση, θα προτιμούσα
να δεχθώ ότι εγώ σφάλλω παρά το Πατριαρχείο μας. Μέσα από
τον λειτουργικό σύνδεσμο μαζί του, κατενόησα τη μαρτυρικότητα
της διαχρονικής πορείας του, τη συνεκτικότητα που δημιουργεί
ο οικουμενικός χαρακτήρας του, την εκκλησιολογική ανάγκη της
υπάρξεώς του. Είναι τόσο μεγάλο, που την εξουσία του την έχει,
δεν την διεκδικεί. Στο Οικουμενικό Πατριαρχείο οφείλουμε την
ιστορική απόδειξη ότι η Εκκλησία μας είναι «Μία, Αγία, Καθολική
και Αποστολική». Το Πατριαρχείο μας αποτελεί κομμάτι της υποστάσεώς
μας και ως Ελλήνων και ως Ορθοδόξων.
|
|