Ο πρώτος υιός γεννήθηκε τον Αύγουστο, τη μέρα του Αγίου Ιωάννη
του αποκεφαλιστή! Στη βάπτισή του είπε στον π. Ιωάννη Βεντούρη,
εφημέριο της Παναγίας Φανερωμένης Χολαργού, να τον ονομάσουν
<<Ιωάννη>>. Έγινε σάλος από τους συγγενείς, ότι
δεν τιμά τον πατέρα του, που τον έλεγαν Παναγιώτη, αλλά εκείνος
επέμενε και έλεγε ότι θα τιμήσει τον πατέρα του στον δεύτερο
υιό και πρόσταξε το κουμπάρο κύριο Εμμανουήλ Κουρζή να συνεχίσει
και να μην ακούει κανένα!
Τα καλοκαίρια μας πήγαινε για μπάνιο στη Βούλα με λεωφορείο.
Όταν έκοβε τα εισιτήρια του έλεγαν οι εισπράκτορες. Όλα αυτά
τα παιδιά, είναι δικά σου; Και εκείνος απαντούσε: Έχω και
άάάλλα...
Κοιμόταν νωρίς γύρω στις 10:00 πμ και ξύπναγε 4:00 το πρωΐ.
Από τις 4:00 έως 7:00 διάβαζε και προσευχόταν. Στις 7:00 μας
ξύπναγε όλους και μετά το νήψιμο είχαμε προσευχή και πεντάλεπτο
κηρυγματάκι. Έλεγε ότι ο βραδυνός ύπνος είναι διπλάσιος από
το πρωϊνό.
Στά γεύματα, στο μεγάλο ορθογώνιο τραπέζι, εκείνος καθόταν
στην κορυφή και στην άλλη πλευρά του απένατι υπήρχε κενή θέση
με πάντα γεμάτο πιάτο, για ξένο (συμβολικά για τους πτωχούς).
Στο τέλος που όλοι τρώγαμε το φαγητό μας, αυτό το πιάτο το
μοιραζόμεθα, όσα αδέλφια ήθελαν περίσσευμα. Φυσικά όταν είχαμε
φιλοξενούμενο (συνήθως γνωστοί από την επαρχία) καθόταν σε
αυτή τη θέση ο ξένος..
Πάντα τηρούσε αυστηρά σε όλη την οικογένεια και στα μικρά
παιδιά, τη νηστεία για κάθε Τετάρτη και Παρασκευή και γενικά
όλες τις νηστείες της Εκκλησίας.
Μας τόνιζε κάθε βράδυ πριν κοιμηθούμε να κάνουμε αυτοκριτική,
τι κάναμε, τι ξεχάσαμε να κάνουμε, τι έπρεπε να κάνουμε και
δεν κάναμε.. ώστε την επόμενη μέρα να βελτιωνόμαστε.
Στη Θεία Λειτουργία πήγαινε από νωρίς στον Όρθρο, ως λαϊκός,
και τις περισσότερες φορές στο Μοναστήρι του Αγίου Ιωάννου
Θεολόγου, στου Παπάγου. Η σύζυγος με τα παιδιά τον βρίσκαμε
εκεί και κατεβαίναμε όλοι μαζί μετά στο σπίτι.
Κάθε Κυριακή μετά την εκκλησία πήγαινε με φιλική παρέα επίσκεψη
σε κάποιο Νοσοκομείο, σε αγνώστους ασθενείς που είχαν ανάγκη,
για συμπαράσταση, με σύμφωνη γνώμη από τον Ιερέα του κάθε
Ιδρύματος, όπως του π. Αναστασίου στο Λαϊκό, του π. Ευσεβίου
στο Ιπποκράτειο, του π. Ηλία στον Ευαγγελισμό κλπ. Επίσης
κάποια φορά πήγαινε με παρέα και στις φυλακές του Κορυδαλλού,
όπου γνωρίσθηκε και με τον νυν Μητροπολίτη Γλυφάδος πατέρα
Παύλο.
Μικρά, δεν μας άφηνε να πηγαίνουμε κινηματογράφο και γήπεδο.
Όταν κάποτε στο Γυμνάσιο μια καθηγήτρια (Κα Παπαχαρίση) έβαλε
θέμα έκθεσης: <<Εντυπώσεις από το τελευταίο έργο στον
κινηματογράφο>> Τότε σήκωσα το χέρι και είπα. Εγώ κυρία
δεν έχω πάει καμμιά φορά στο κινηματογράφο, τι έκθεση να γράψω;
Εκείνη μου ζήτησε να σηκωθώ όρθιος και να το επαναλάβω. Κατόπιν
με ρώτησε, το λόγο, γιατί δεν πήγα ποτέ. Φυσικά απάντησα,
ότι δεν με άφηνε ο πατέρας μου! Τότε εκείνη μου είπε: <<Να
δώσεις συγχαρητήρια στο πατέρα σου, γράψε ό,τι θέμα θές>>
(Ι.Κ.)
Για να μεγαλώσεις μιά πολύτεκνη οικογένεια, το πρώτο που
χρειάζεται είναι η πίστη στο Θεό. Οι δυσκολίες που υπήρχαν
ήταν μεγάλες και ο κόπος επίσης. Κάποιες φορές βρισκόταν σε
δύσκολη οικονομική ανάγκη και ειδικά όταν είσαι έμπορος και
δεν σε πληρώνουν και δεν θέλεις να πας κανένα οφειλέτη στο
δικαστήριο! Υπήρξαν τέτοιες δύσκολες στιγμές ακόμα και για
τη διατροφή των παιδιών και ως αξιοπρεπής που ήταν, κατέφευγε
μόνο στη προσευχή. Και τότε βλέπεις το θαύμα. Όπως κάποια
φορά (και όχι μόνο μία) να ξυπνάς και να βρίσκεται σακκούλι
με φασόλια στην αυλή σου. (Α.Κ.)
Όμως υπήρχαν και ευαίσθητοι άνθρωποι που καταλάβαιναν τη
κατάσταση και από μόνοι τους βοηθούσαν, γνωρίζοντας την αξιοπρέπειά
του, αφού ποτέ ο πατέρας δεν ζητούσε από κανένα τίποτα. Ένας
τέτοιος μεγαλόκαρδος άνθρωπος ήταν ο κουμπάρος του κύριος
Στέλιος με τη σύζυγό του κυρία Γαρυφαλιά, που πάντα προμήθευε
με διακριτικότητα αλεύρι και ζάχαρη! Μας φώναζε τάχα να βοηθήσουμε
στο εργαστήριο κολύβων του και μας τα έδινε ως αμοιβή!
Άκουγα τον πλούσιο γείτονα τότε, κύριο Μαυρόπουλο να του
λέει. Σωτήρη όσα λεφτά θέλεις ζήτα μου και θα τα πάρεις και
μου τα δίνεις όποτε μπορείς. Ρώταγα τον πατέρα μου, γιατί
δεν τα δέχεσαι;. Και μου απαντούσε: και αν δεν έχω να του
τα επιστρέψω; (Ι.Κ.)
Είχε καταπληκτικούς και πραγματικά καλούς φίλους, πίστευε
στη φιλία με κοινά ιδεώδη και θαύμαζε τη φιλία του Μ.Βασιλείου
με τον Άγιο Γρηγόριο. Μας έλεγε ότι ήταν μιά ψυχή σε δύο σώματα.
Κάποτε ο φίλος του ράπτης κ. Γεώργιος Αλεξίου του ζήτησε να
κάνει πρόβες ένα κουστούμι που θα το έδινε σε κάποιον που
είχε τις δικές του σωματικές διαστάσεις. Όταν τελείωσε του
είπε: <<Με γειά σου Σωτήρη, το ύφασμα το έβαλαν οι φίλοι
σου!>> και έτσι την πάτησε... Αυτοί οι φίλοι του όταν
έγινε Ιερέας στη Μαγνησία, πρωτοστάτησαν να πουλήσουν λαχνούς
στην Αθήνα για την ανακαίνιση της εκκλησίας στη Βρύναινα,
που υπηρετούσε!
Ως κληρικός αργότερα ξύπναγε πάντα 3:00 το βράδυ και έκανε
το μεσονυκτικό, ξανακοιμόταν και ξύπναγε για να πάρει το πρώτο
πρωϊνό λεωφορείο, όταν δεν έμενε στο νοσοκομείο. Συνήθεια
που την είχε μέχρι τα βαθειά γεράματα. Επίσης νήστευε πάντα
αλάδωτα στις ανάλογες νηστείες και σε μεγάλη ηλικία. Ήταν
πολύ πάνω από τα ογδόντα και τον είδα που έπλενε τις εληές
κάτω από τη βρύση, για να μην έχουν πάνω τους λάδι!
Όταν το ερωτήσαμε γιατί δεν μας έμαθε την <<ευχή>>
από μικρά παιδιά, ή το κομποσχοίνι μας απάντησε: Μου τα μάθανε
και μένα παιδιά μου για να σας τα πω;
Όταν ήταν Ιερέας, πάντα έκανε τη Θεία Λειτουργία με δάκρυα!
Είχε τετοιο σεβασμό που δεν έφηνε κανένα λαϊκό στο Ιερό, εκτός
των υπηρετούντων. Στα γεράματα, του έλεγε ο π. Σιλουανός (συλλειτουργός
του στον Ευαγγελισμό και αντικαταστάτης του) να ακουμπήσει
με το σώμα του στην Αγία Τράπεζα για να ξεκουράζεται. Εκείνος
όμως άφηνε τη ράβδο του και ακουμπούσε μόνο με τον αντίχειρα
του χεριού του!
Όταν πήγαινε να κοινωνήσει ασθενή σε θάλαμο και τον συναντούσαμε
στους διαδρόμους του Νοσοκομείου, δεν μας μιλούσε και με νεύμα
μας έδινε να καταλάβουμε το γιατί!
Ήταν φιλακόλουθος και μόνιμο προβλημά του ήταν η εύρεση ψαλτών
τις καθημερινές. Όμως πάντα έστω και μόνος του έκανε τον εσπερινό
και το απόδειπνο.
Πάντα κοινωνούσε τους ασθενείς από το Ιερό ποτήριο, εκτός
αν δεν είχε Θεία Λειτουργία. Κατέλυε κανονικά και θεωρούσε
απιστία το αντίθετο. Ακόμα και στους ψηλούς ορόφους με ασθενείς
λοιμώξεων, πήγαινε να τους κοινωνήσει.
Μιά φορά στην επαρχία έπεσε στο Άγιο Ποτήρι ένα σαμιαμίδι.
Το τεμάχισε με την ιερή λόγχη και κατέλυσε! (Το μάθαμε από
τη πρεσβυτέρα Ιφιγένεια, που το έλεγε με ανατριχίλα..)
Πάντα όταν λειτουργούσε έκανε την προσκομιδή από το βράδυ,
χωρίς να έρχεται σπίτι, γιατί διάβαζε ονόματα από ένα τετράδιο,
και επί πλέον όσα ονόματα ασθενών του έδιναν, έτσι κρατούσε
η προσκομιδή περίπου δύο ώρες! Άλλωστε το πρωΐ έπρεπε να τελειώσει
νωρίς τη Θεία Λειτοργία, για να κοινωνήσει μετά τους ασθενείς
που τον περίμεναν για να πάρουν κατόπιν τα φάρμακά τους!
Δεν ήθελε κανείς να κινείται στην ώρα της ακροάσεως του ''Αποστόλου''
και ειδικά στην ανάγνωση του Ιερού Ευαγγελίου, δεν επέτρεπε
ούτε κερί να ανάψουν εκείνη την ώρα.
Ποτέ δεν κοινώνησε κανένα χωρίς πρώτα να τον εξομολογήσει.
Επέμενε στο φάρμακο της Αθανασίας, τη Θεία Κοινωνία, αλλά
τόνιζε την κατάλληλη προετοιμασία.
Με πολύ όμορφο τρόπο χωρίς να προσβάλει κανένα, ζητούσε να
μην κοινωνούν με βαμμένα χείλη οι γυναίκες και να προσέλθουν
να κοινωνήσουν, όσοι είχαν άδεια από πνευματικό. Αν καμμιά
κυρία δεν άκουγε και άφηνε χρώμα στην ιερά λαβίδα, την έγλυφε
μπροστά σε όλους, για μερικά λεπτά και τη σκούπιζε με το μάκτρο
χωρίς να μαλώσει την υπαίτια! Όμως αυτή το καταλάβαινε!
Είχε μεγάλη τέχνη στο να εξομολογήσει και τον πιό δύσκολο
άνθρωπο, με πολύωρη συζήτηση. Εκτιμούσε και ρωτούσε τους γιατρούς
για την σοβαρότητα της υγείας του ασθενούς και αν ήταν σε
επικίνδυνη για τη ζωή κατάσταση, δεν έβαζε κανένα επιτίμιο.
Υπεραγαπούσε τον Άγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομο και ήξερε μεγάλο
μέρος αποσπασμάτων του, στη γλώσσα του πρωτοτύπου!
Επίσης είχε ιδιαίτερη εκτιμηση τον Απόστολο Παύλο, που το
δείχνει και στη βιογραφία του.
Στο χωριό Αγ. Ιωάννης κοντά στη Βρύναινα Μαγνησίας, τον κάλεσε
μία γυναίκα να της διαβάσει ευχή που δεν τεκνοποιούσε. Την
επόμενη χρονιά τον κάλεσαν για τη βάπτιση. Εκείνος βέβαια,
το απέδωσε στη Χάρη της Ιερωσύνης! (Δ.Κ.)
Είχε πάντα κρυμμένο πάνω του, το πετραχείλι. Και για να το
έχει σε ετοιμότητα, αν χρειασθεί, και γιατί αισθανόταν παντοδύναμος
από αυτό.
Όσο ήταν υγιής, ποτέ δεν τον είδαμε χωρίς ράσο, ούτε στο σπίτι!
Μάλιστα όταν βάρυνε, κοιμόταν και με το ράσο, συνήθεια από
το νοσοκομείο Ευαγγελισμός που ήταν σε αναμονή, να τρέξει
αμέσως μήπως <<χαθεί>> καμμιά ψυχή!
Με την πιτζάμα το είδα μόνο σε κρεββάτι νοσοκομείου και στα
βαθειά γεράματα.
Κάθε Πάσχα τον περιμέναμε για να φάμε αργά, γιατί όπως μας
έλεγε έπρεπε να κοινωνήσει ένα υπερωκεάνειο. Μας έλεγε δυό
πνευματικά λόγια και έφευγε κατάκοπος για ύπνο! Το ίδιο στα
Άγια Φώτα! Και ξανά το απόγευμα στο Νοσοκομείο.
Κάποια φορά κτύπησε η καμπάνα πένθιμα, στο
χωριό Βρύναινα. Είπε στον κ. Ευριπίδη να πάει σε αρρώστους
αριστερά του δρόμου να μάθει ποιός πέθανε και αυτός θα πήγαινε
από τη δεξιά μεριά του δρόμου που χώριζε το χωριό. Πήγε σε
κάποιον που υποψιαζόταν ότι θα πέθανε, αλλά τον είδε εν ζωή.
Εκείνος όμως μόλις είδε τον π. Σωτήριο χάρηκε και του είπε
ότι ήθελε να τον εξομολογήσει. Ζήτησε και μετά να τον κοινωνήσει.
Όταν τελείωσε η Θεία Κοινωνία (Αυτή από της Μ.Πέμπτης) ο ασθενής
απεβίωσε! Τότε λοιπόν ερώτησε τον βοηθό του κ. Ευριπίδη, ποιός
κτύπησε τη καμπάνα πένθιμα. Πληροφορήθηκε λοιπόν ότι μιά κατσίκα
στο προαύλιο του Ι. Ναού έτρωγε το χορτάρι και είχε μπερδευθεί
το σχοινί της καμπάνας με τα κερατά της! Τι κάνει ο Κύριος
για να σώσει μιά ψυχή έστω και την δωδεκάτη ώρα! (Δ.Κ.)
Εντυπώσεις από ένα νέο του χωριού Βρύναινα:
<<Ονομάζομαι Κων/νος Κουμπούρας. Γεννήθηκα και μεγάλωσα
στη Βρύναινα Μαγνησίας. Πρόσφατα διάβασα για τον θάνατο του
πατρός Σωτηρίου και λυπήθηκα ΙΔΙΑΙΤΕΡΩΣ!!! Πιστέψτε με, διότι
έχω πολύ γλυκιές αναμνήσεις με τον μακαριστό πλέον πατέρα,
κάθε κυριακή στην εκκλησία, και κάθε απόγευμα ψάλλοντας τον
εσπερινό, (το σπίτι μου ήταν ακριβώς απέναντι από την είσοδο
της εκκλησίας) πάντα να μας συμβουλεύει και να μας κατευθύνει
στον ίσιο δρόμο!! Τι να πρωτοθυμηθώ, τεράστιο το έργο του,
πολλοί οι ρόλοι του, με κορυφαίο εκείνου του πρωτεργάτη της
εκ θεμελίων ανακαίνισης του ιερού Ναου αγίων ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
ΚΑΙ ΕΛΕΝΗΣ ΒΡΥΝΑΙΝΑΣ!!! από την οικογένεια θυμάμαι τον Πέτρο,
και τον Νίκο που παίζαμε μαζί μπάλα.
Πολλές ευχές προς όλη την οικογένεια για μακροημέρευση, πάντα
με υγεία, να τον θυμάστε!!! >>
Ποτέ δεν έβλεπε τηλεόραση και μας απέτρεπε!
Μόνο ράδιο άκουγε στα γεράματα και από αυτό τις ακολουθίες.
Στο σπίτι έκανε αυστηρά - όταν δεν μπορούσε πλέον να πηγαίνει
εκκλησία - όλες τις ακολουθίες και μετά τον εσπερινό διαβάζανε
μαζί με τη πρεσβυτέρα πολλά ονόματα στη προσευχή τους από
ειδικό τετράδιο, έχοντας δίπλα στα ονόματα και σχόλια, ποιόν
αφορούσαν, πχ πεθερός του τάδε, άρρωστος του τάδε, ευεργέτης
μας στις δύσκολες στιγμές, Σταμάτης, οδηγός εις Χριστόν (ο
περιπτεράς που τον έβαλε στο σωστό δρόμο και τον αναφέρει
στην βιογραφία του).
Και στις 3:00 πμ κάθε μέρα, έβαζε το ρολόϊ για το μεσονυκτικό,
αλλά μόνος, χωρίς την πρεσβυτέρα, για να μην την κουράζει.
Ποτέ δεν θα ξεχάσουμε αυτό που είδε όλος
ο κόσμος στη κηδεία του και εμείς οι συγγενείς το χαρήκαμε
ιδιαίτερα. Την ευκαμψία του σώματός του. Από το Σάββατο που
κατέληξε, μέχρι και μετά από 48 ώρες τη Δευτέρα, που έγινε
η κηδεία του. Επιστημονικά ανεξήγητο πράγμα.
Όλα τα χέρια του εκινούντο εύκολα, ως σε ζωντανό σώμα. Απόρρησαν
και οι υπεύθυνοι του γραφείου τελετών, λέγοντας: τέτοιο πράγμα
δεν το συναντάμε σήμερα.
Μάθαμε ότι είναι χάρισμα των καλών Ορθοδόξων Ιερέων και των
Αγιορειτών πατέρων.
Ο καθηγούμενος της Ιεράς Μονής Κεχαριτωμένης
Τροιζηνίας Γέρων Σπυρίδων, βρήκε τη βιογραφία του από το διαδίκτυο,
έκανε σύναξη και μιλούσε επί είκοσι λεπτά για τον π. Σωτήριο.
Μάλλον θα τον ήξερε από το εκκλησάκι των Τριών Ιεραρχών που
ήταν ο π. Επιφάνιος Θεοδωρόπουλος, κτήτωρ αυτής της Ιεράς
Μονής, όπως τηλεφωνικά μας ενημέρωσε για να μας δώσει τα συλλυπητήρια
ο μοναχός π. Επιφάνιος (Μουστόγιαννης) γνωστός μας πριν μονάσει,
από το Χολαργό.
Επίσης ο Καθηγούμενος της Ιεράς Μονής Μεταμορφώσεως Σαγματά
Γέρων Παΐσιος, που τον γνώριζε, όπως και τον π. Πέτρο, είπε
τα καλύτερα λόγια.
Στο 40ήμερο μνημόσυνο μίλησε για τον πατέρα ο αρχ/της π. Κλήμης,
εφημέριος στην Αγία Τριάδα Χολαργού. Όταν ήταν Ιερατικός προϊστάμενος
στον Αλμυρό Βόλου, του είπε ο Σεβασμιώτατος π. Ηλίας τότε:
Πήγαινε στη Βρύναινα να δεις ένα άγιο πολύτεκνο Ιερέα.
Στό βιβλίο που εκδόθηκε από την Ιερά Μονή Αγίου Ιωάννη στο
Βερίνο Αιγίου προς τιμή του Ιερομόναχου Ευσεβίου Γιαννακάκη,
ιδρυτής και κτίτωρ της Μονής, στην Ε' έκδοση (2011) σελίδα
36, αναφέρονται τα ονόματα της καλής παρέας των δεκαέξι φίλων
από τους οποίους οι δεκατρείς έγιναν καταξιωμένοι κληρικοί.
Τελευταίος και νεώτερος αναφέρεται ο π. Σωτήριος. ΕΔΩ
φωτοτυπία από το Βιβλίο.
Στη παραπάνω ομάδα, ο Σεβασμιώτατος μητροπολίτης Δημητριάδος
π. Ηλίας, ήταν αυτός που τον έπεισε να γίνει κληρικός. Κατόπιν
πήρε την άδεια από την πρεσβυτέρα και από τα παιδιά του, που
συμφώνησαν.
Τον πατέρα Δημήτριο Οικονόμου που αναφέρεται
στο παραπάνω βιβλίο (εφημέριος στον Άγιο Νικόλαο Αχαρνών)
που ήταν υπέργηρος, ζήτησε επίμονα να τον δει για τελευταία
φορά. Τον πήγε στο σπίτι του ένας γιός του κάπου στο Γαλάτσι.
Ήταν συγκινητική η στιγμή της τελευταίας τους συναντήσεως.
Ασπάσθηκαν αλλήλους και δώσανε ραντεβού στη Βασιλεία των Ουρανών.
Τι υπέροχη σκηνή! Και πράγματι σε λίγο καιρό από τότε, έφυγε
ο π.Δημήτριος.
Όσο για τον αρχηγό θα λέγαμε της ομάδας, κύριο Ηλία Γκέτση,
πριν γίνει μοναχός, φιλοξενούταν στην οικία του κάθε φορά
που ερχόταν στην Αθήνα από τα Τρίκαλα και ειδικά για να ψηφίσει
στις εκλογές. Προτιμούσε να διαμείνει στο σπίτι του υπερπολύτεκνου
και λαϊκού τότε Σωτηρίου, παρά σε άλλα πιό άνετα σπίτια που
τον προσκαλούσαν! Θα ένοιωθε πιό άνετα, προφανώς.
Από την επιστολή του προς τον πατέρα Πέτρο, (παραπάνω) φαίνεται
και η εκτίμηση του μακαριωτάτου αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης
Ελλάδος κ. Ιερωνύμου, που τον γνώριζε από την υπηρεσία του
στη Μητρόπολη Θηβών και Λεβαδείας.